Όταν το «μάτι έχει τεμπελιάσει».
Τι είναι αμβλυωπία και τι πρέπει να κάνουμε να την διορθώσουμε, ή ακόμη καλύτερα, να την προλάβουμε.
Ο παιδικός οφθαλμός δεν είναι απλώς μία μικρογραφία του οφθαλμού του ενήλικα αλλά βρίσκεται σε συνεχή ανάπτυξη από την γέννηση μέχρι την ηλικία των 9 ετών. Κατά την περίοδο αυτή της διάπλασης ο παιδικός οφθαλμός είναι ιδιαίτερα ευάλωτος σε αναπτυξιακές ανωμαλίες με καταστρεπτικά για την όραση αποτελέσματα. Μία παρεμπόδιση δηλαδή της φυσιολογικής ανάπτυξης σε έναν οφθαλμό στα πρώτα χρόνια της ζωής οδηγεί σε μείωση της όρασης (αμβλυωπία), η οποία είναι μόνιμη εκτός και εάν το πρόβλημα αναγνωρισθεί και αντιμετωπισθεί έγκαιρα. Εάν αυτό δεν γίνει τα πρώτα 7-9 χρόνια, όταν έχουμε ακόμη «πλαστικότητα» του οπτικού συστήματος, κάθε προσπάθεια αργότερα να αυξήσουμε την όραση του αμβλυωπικού – «τεμπέλικου» οφθαλμού είναι μάταιη.
Αποτέλεσμα της αμβλυωπίας που δημιουργείται στην παιδική ηλικία είναι να έχουμε ένα 2 εώς 3% του γενικού πληθυσμού με μειωμένη εώς καθόλου όραση στον ένα οφθαλμό.
Οι συχνότεροι λόγοι που οδηγούν στην αμβλυωπία είναι ο στραβισμός και οι διαθλαστικές ανωμαλίες, όπως η μυωπία, η υπερμετροπία και ο αστιγματισμός, και άλλοι λιγώτερο συχνοί λόγοι όπως ο συγγενής καταρράκτης.
Ο στραβισμός είναι υπεύθυνος για το 50% των αμβλυωπικών οφθαλμών. Ένας οφθαλμός που στραβίζει στην παιδική ηλικία δεν χρησιμοποιείται απο το οπτικό σύστημα και αυτό οδηγεί στο «τεμπέλιασμά» του. Έγκαιρη αναγνώριση και διόρθωση του στραβισμού είναι ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε την αμβλυωπία. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για να εξετάζονται τα παιδιά απο ειδικό ακόμα και με την υποψία στραβισμού.
Οι διαθλαστικές ανωμαλίες που είναι διαφορετικές μεταξύ των δύο οφθαλμών και λέγεται ανισομετροπία είναι ο άλλος συχνός λόγος δημιουργίας αμβλυωπίας και ο δυσκολότερος να διαγνωσθεί έγκαιρα. Το παιδί δεν δείχνει σημεία ότι δεν βλέπει καλά γιατί ο ένας οφθαλμός συνήθως βλέπει πολύ καλά. Εκτός και εάν εξετάσουμε την όραση κάθε οφθαλμού ξεχωριστά, δεν μπορούμε να διαγνώσουμε αυτό το πρόβλημα. Γι’αυτό και συνίσταται η εξέταση όλων των παιδιών από ειδικό πριν πάνε στο νηπιαγωγείο, στην ηλικία περίπου των 4 ετών και εκείνων που έχουν ένα γονέα ή αδελφό-ή με ανισομετρική αμβλυωπία να εξετάζονται ακόμα νωρίτερα. Η έγκαιρη χορήγηση γυαλιών που πρέπει να φορούνται όλη την ημέρα είναι ο τρόπος να αποφύγουμε αυτόν τον τύπο της αμβλυωπίας.
Όταν η αμβλυωπία έχει ήδη εγκατασταθεί, οι προσπάθειες μας στρέφονται και πάλι στην αφαίρεση των αιτιών που την προκάλεσαν. Αυτό θα σταματήσει την περαιτέρω μείωση της όρασης αλλά δεν θα επαναφέρει την όραση που χάθηκε. Το τελευταίο θα επιτευχθεί με την κάλυψη του οφθαλμού που βλέπει καλά για να ενισχύσουμε τον οφθαλμό που έχει «τεμπελιάσει». Πόσες ώρες την ημέρα το «καλό μάτι» θα καλύπτεται με ένα αυτοκόλλητο κάλυμμα, εξαρτάται απο την ηλικία του παιδιού, τον βαθμό αμβλυωπίας και το καθημερινό πρόγραμμα της οικογένειας. Συνήθως στα παιδιά προσχολικής ηλικίας γίνεται κάλυψη σχεδόν όλη την ημέρα για να επαναφέρουμε την όραση συντομότερα. Μπορεί να γίνει το ίδιο στα παιδιά σχολικής ηλικίας, αρκεί ο αμβλυωπικός οφθαλμός να έχει χρήσιμη όραση. Δεν είναι εφικτό για πρακτικούς και ψυχολογικούς λόγους να πάει ένα παιδί στο σχολείο με καλυμμένο το «καλό του μάτι» όταν το άλλο έχει ελάχιστη όραση. Στα παιδιά αυτά γίνεται κάλυψη όταν γυρίζουν σπίτι.
Ένας άλλος τρόπος να ενισχύσουμε τον αμβλυωπικό οφθαλμό είναι να θολώσουμε την όραση του άλλου με την ενστάλλαξη μιας σταγόνας ατροπίνης κάθε ημέρα ή κάθε δεύτερη ημέρα. Η θεραπεία αυτή θεωρείται καλή εναλλακτική λύση του καλύμματος σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, τα οποία είναι και τα δυσκολότερα να κρατήσουν τα κάλυμμα.
Η θεραπεία της αμβλυωπίας μπορεί να συνεχισθεί μέχρι την ηλικία των 9 ετών. Πέραν αυτής της ηλικίας δεν έχουμε κίνδυνο ανάπτυξης αμβλυωπίας αλλά ούτε και την ευκαιρία να διορθώσουμε οτι τυχόν αμβλυωπία έχει απομείνει. Γι’αυτό είναι αναγκαίο να καταλάβουν οι γονείς πόσο επείγει η διόρθωση του «τεμπέλικου ματιού» του παιδιού μέσα στα συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια.