– όταν τα μάτια των παιδιών δακρύζουν χωρίς να κλαίνε.

Η συγγενής απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου είναι ένα συνηθισμένο πρόβλημα που παρατηρείται σε ποσοστό 6% όλων των νεογέννητων. Η απόφραξη είναι και απο τις δύο πλευρές στο ένα τρίτο των περιπτώσεων και δημιουργείται κατά την περίοδο της εμβρυϊκής ζωής.Οφείλεται σε αποτυχία δημιουργίας ανοικτού αγωγού που φέρνει τα δάκρυα απο τον οφθαλμό στο εσωτερικό της μύτης.Συνήθως,υπάρχει μία μεμβράνη που αποφράσει το κατώτερο τμήμα του πόρου με αποτέλεσμα τα δάκρυα να μην παροχετεύονται αλλά να λιμνάζουν πάνω απο την απόφραξη και συχνά να μολύνονται.

Η απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου συχνά δεν είναι εμφανής μέχρι την δεύτερη ή τρίτη εβδομάδα της ζωής του βρέφους. Παρουσιάζεται σαν ένας υγρός οφθαλμός με τα δάκρυα να λιμνάζουν στο κάτω βλέφαρο ή και πολλές φορές να τρέχουν στο μάγουλο. Συνήθως,υπάρχει βλεννοπυώδες έκκριμα και σε μερικές περιπτώσεις παρατηρείται φλεγμονή του παρακείμενου δέρματος.

Η απόφραξη ανοίγει απο μόνη της στο 90% των παδιών στους πρώτους 12 μήνες της ζωής. Μετά την ηλικία αυτή η πιθανότητα αυτόματης διάνοιξης είναι πολύ μικρότερη.
Η αντιμετώπιση της συγγενούς απόφραξης του ρινοδακρυϊκού πόρου είναι αρχικά η καταστολή της λοίμωξης με τοπικά αντιβιοτικά και αναμονή μήπως υπάρξει αυτόματη διάνοιξη. Συνήθως, προτιμάται ένα ελάχιστα τοξικό αντιβιοτικό υπό την μορφή αλοιφής (η αλοιφή προτιμάται απο το κολλύριο γιατί μένει περισσότερο χρόνο στον οφθαλμό και δεν φεύγει εύκολα με το κλάμα). Μπορούν επίσης οι γονείς να αδειάζουν το άνω τμήμα του πόρου απο τις εκκρίσεις με καθημερινό μασάζ στην περιοχή ρινικά του οφθαλμού. Πόσους μήνες μπορούμε να περιμένουμε τον πόρο να ανοίξει απο μόνος του εξαρτάται απο την κλινική εικόνα του παιδιού. Εάν η λοίμωξη καταστέλλεται εύκολα και η δακρύρροια γίνεται μικρότερη με την πάροδο του χρόνου, τότε οι περισσότεροι ειδικοί περιμένουν 8-12 μήνες. Εάν δεν έχει επέλθει αυτόματη διάνοιξη μετά απο αυτό το χρονικό διάστημα τότε συνιστάται χειρουργική διάνοιξη του πόρου κάτω απο ελαφρά γενική αναισθησία. Η επέμβαση είναι απλή και σύντομη και συνίσταται στον καθετηριασμό του πόρου με ειδικό καθετήρα ο οποίος θα ανοίξει την απόφραξη ή τις αποφράξεις. Το ποσοστό επιτυχίας μιας τέτοιας επέμβασης είναι 90%. Στον καθετηριασμό αυτό καταφεύγουμε επίσης και σε ηλικίες μικρότερες των 12 μηνών, όταν το καθημερινό πρόβλημα της δακρύρροιας και των εκκρίσεων είναι ιδιαίτερα επίμονο χωρίς σημεία βελτίωσης, και η ρουτίνα του μασάζ και της αλοιφής προκαλεί ιδιαίτερο ερεθισμό στο βρέφος.

Μερικά παιδιά δεν θεραπεύονται με μία επέμβαση αλλά χρειάζονται και δεύτερη. Εάν το παιδί είναι μεγαλύτερο των 18-24 μηνών ορισμένοι ειδικοί συνιστούν με την νέα διάνοιξη του πόρου να γίνεται και ταυτόχρονη ένθεση σωληναρίων σιλικόνης για μερικούς μήνες. Τα σωληνάρια αυτά διατηρούν τον πόρο ανοικτό και μειώνουν τον κίνδυνο της επαναπόφραξης. Τελευταία έχει δοκιμασθεί μία καινούργια τεχνική που χρησιμοποιείται στην περίπτωση της δεύτερης διάνοιξης του πόρου με ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Τοποθετείται μέσα στον πόρο ένας ελαστικός καθετήρας – μπαλόνι που διογκώνεται για μερικά λεπτά εξασφαλίζοντας με αυτό τον τρόπο καλύτερη διάνοιξη.
Σε κάθε περίπτωση, η συγγενής απόφραξη του ρινοδακρυϊκού πόρου είναι ένα συχνό μεν πρόβλημα της βρεφικής ηλικίας αλλά εύκολα αντιμετωπίσιμο. Η εξέταση απο ειδικό συνιστάται να γίνει νωρίς,αφ’ενός για τον αποκλεισμό άλλων σπανιώτερων αιτιών δακρύρροιας της βρεφικής ηλικίας και αφ’ετέρου για την έγκαιρη αντιμετώπιση του προβλήματος.